Ελληνικά » Το Τμήμα » Το Τμήμα και η Φυσιογνωμία του

Το Τμήμα και η Φυσιογνωμία του


H Πρόεδρος

 

Η λειτουργία ενός αμιγούς Τμήματος Τουρκικών Σπουδών αποτελούσε πάγιο αίτημα του Πανεπιστημίου Αθηνών όσο και της ευρύτερης ακαδημαϊκής κοινότητας. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η ίδρυσή του (ΦΕΚ 65/2-3-2004 τ. Α΄), μετά από μάλλον μακρά κυοφορία, ξεφεύγει από τα συγκεκριμένα και γνωστά σε όλους όρια των "τυπικών" Φιλοσοφικών Σχολών με τη δυτικοευρωπαϊκή γλωσσική και λογοτεχνική εστίαση (π.χ. Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική Γλώσσα και Λογοτεχνία κλπ.) και εισέρχεται στον επιστημονικό Τομέα των Περιοχικών Σπουδών (Area Studies, Études Regionales, Raum Wissenschaften). Για το λόγο τούτο εντάχθηκε από τον  Ιούνιο του 2013 (ΦΕΚ 124/3-6-2013 τ. Α΄) στο πλαίσιο της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ. Η διδασκαλία σε πανεπιστημιακό επίπεδο της Τουρκικής γλώσσας, της Ιστορίας και του Πολιτισμού χαράσσει νέους δρόμους, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής ανώτατης παιδείας δημιουργείται ένα συμπαγές πανεπιστημιακό τμήμα που στρέφει αποκλειστικά το ενδιαφέρον του στον συγκεκριμένο αυτό γνωστικό και πολιτισμικό κόσμο. Το Τμήμα Τουρκικών Σπουδών, στοχεύει να φέρει στη χώρα, πέρα από ερασιτεχνισμούς και αντιεπιστημονικές εκλαϊκεύσεις ή συναισθηματικές προσεγγίσεις ευκόλως εννοούμενες και — ως ένα βαθμό — απόλυτα κατανοητές, την επιστημονική σπουδή της γλώσσας, της ιστορίας και του εν γένει πολιτισμού της γείτονος στη μακρά της πορεία, με την οποία ο Ελληνισμός, με την ευρύτατη έννοια του όρου, έχει "συναντηθεί" από πολύ παλαιά. Η Συνέλευση του Τμήματος, και το Πανεπιστήμιο Αθηνών κατ’ επέκταση εκτιμούν ότι από τη σπουδή αυτή θα προκύψουν επιστήμονες όσο και ειδικοί ερευνητές, οι οποίοι, γνωρίζοντας πλέον εκ των ένδον το γεωγραφικό και γεωπολιτισμικό Σύστημα του Τουρκικού κόσμου αλλά και το Μεσανατολικό και το Ασιατικό Γεωγραφικό, Γεωοικονομικό και Γεωπολιτικό του Υπερσύστημα, θα προσφέρουν μεγάλες υπηρεσίες στην ουσιαστική του προσέγγιση και κατανόηση από το ελληνικό επιστημονικό (και όχι μόνο) κοινό, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό και στη σωστή επικοινωνία των δύο όμορων κρατών σε όλα τα επίπεδα: επιστημονικό, πολιτισμικό, πολιτικοκοινωνικό, οικονομικό κλπ. Είναι, άλλωστε, παγκοίνως αποδεκτό ότι η προσέγγιση κρατών και λαών γίνεται μόνον αν επενδυθούν στον χώρο της παιδείας τα συγκεκριμένα εκείνα ‘κεφάλαια’ που απαιτούνται για να γίνει κατανοητή, και σεβαστή κατ’ ακολουθίαν, η φυσιογνωμία, οι ιδιαιτερότητες και το πολιτισμικό γενικότερα επίπεδο του ‘άλλου’ ».